Η θεία
έμπνευση σ'εγκατέλειψε,φίλε μου.
Τι σου
μένουν πια;Οι επιθυμίες...
Μ'αυτές δεν
πας μακριά.
Το πολύ
Ως την
εκπλήρωση ή τη διάψευσή τους.
Αλλιώς,αλλιώς
είναι
Όταν έρχεται
να κατοικήσει μέσα σου
Των δαιμόνων
το σόι.
Σέρνουν μαζί
τους σαν δεμένο με φωτιά
Τον αργό
θάνατό σου.
Είναι
χαρούμενοι μες στα σπλάχνα σου.
Κάτω απ'το
στήθος σου είναι ζεστά.
Τρώνε από
σένα και σκεπάζονται.
Έξω χειμώνας
βαρύς.
Δεν είναι
ότι θέλουνε να σ'αφανίσουν.
Μα,όπως
γίνεται ένας σεισμός
Κι αλλάζει ο
θαμμένος πλευρό
Για να
βολέψει τις αλυσίδες του,
Έτσι κουνάν
και σπάνε τη σκέψη σου
Κι ερείπια
κάνουν τα καλά σου έργα.
Λένε οι
φίλοι:"Δέστε ένα πουλί!"
Λένε οι
εχθροί:"Δέστε το κλουβί του".
Μα σένανε σε
τρώνε οι δαίμονες
Και στον
εαυτό σου,μονάχα σ'αυτόν,
Σε
μεταμορφώνουν.
Και τι είσαι
τάχα χωρίς θεία έμπνευση;
Κάποιος
που θ'αγαπηθεί από τους ανθρώπους.
Κάποιος που
όλα τα δώρα της νιότης του
Θα τα
ξοδέψει.
Ή,αν είσαι
απ'τούς πολύ λυπημένους,
Κάποιος που
έκρυψε από το φως του ήλιου
Των δακρύων
του τα μαργαριτάρια.
Με την
έμπνευση διώκεσαι.
Δεν κυνηγούν
το φόνο μα το πένθος.
Θέλει
σπηλιές να βρίσκεις και ρουμάνια.
Θέλει να μη
μοιραστείς ποτέ
Το ψωμί σου.
Έλα τώρα,μη
σκαλίζεις τα χαρτιά σου.
Άλλο μην
ταπεινώνεσαι.
Το βράδυ
κλείνει τα παράθυρά του.
Κλάψε.
ΔΗΜΗΤΡΑ Χ.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,Απ'την ποιητική συλλογή ΦΟΡΤΙΟ,Εκδόσεων ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ,Αθήνα 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου