Το πρόσωπό μου σαν πρόσωπο φαγωμένο απ'τον καιρό,
σαν την ωραιότητα και την θλίψη ενός προσώπου.
Αυτό είναι το πρόσωπό μου.
Το πρόσωπό μου σαν πρόσωπο φαγωμένο απ'τον καιρό,
σαν την ωραιότητα και την θλίψη ενός προσώπου.
Αυτό είναι το πρόσωπό μου.
Σαν ήρθε η άνοιξη βάλανε οι άνθρωποι σε σιγαση τους ηχους και απ' τις εικόνες κράτησαν ότι τους έδενε με τη φύση όταν ήταν παιδιά:Το σπαρμένο πολύχρωμο χαλί στις αμασες και στις μικρές χαράδρες των ρεμάτων τα σκυφτά σεβαστικα κυκλάμινα-παρότι που την φύση την είχαν αρνηθεί, στοιβάζοντας στάχτη και σκόνη στους δρόμους και τα σπίτια τους .
Και όταν στις παπαρούνες κρύψανε με τη νευση των δαχτύλων ,το κατακόκκινο αιμα
για τα πάψει των χειλιών η άσκοπη φλυαρία
είχαν ήδη αποξενωθει με όσα η άνοιξη συμβολικά προσεφερε στον κόσμο:
Την αναγέννηση και την Ανάσταση.
Καθώς το αίμα και το νερό τρέξανε από του Ζωοδότου την πληγή
κανένας για το αίμα δεν παραξενεύτηκε
γιατί της θυσίας Του ήταν το αποτελεσμα,και οι άνθρωποι πολλά είχαν γνωρίσει για σφαγές και βιασμους στην ιστορία,
το νερό όμως ήταν πρωτόγνωρο να σταξει απ' την πληγή του πεθαμένου,
απ' την θανατηφόρα πληγή που το μίσος και η αλαζονεία επέφερε
ανέτειλε η ζωή, που τέλος δεν εχει και τη νίκη φέρνει της ζωής πανω στον θάνατο και τον Άδη.
Μόνοι μας θα πρέπει να σμιξουμε
καταστροφές και προμηνυματα,
στους θόλους
μπροστα στο προσκυνηταρι οπου δεχεται ο νυμφιος τους ασπασμους των πιστων
μια αναποδογυρισμενη κραυγή
Παλεύουν οι ψυχές μεταξύ τους η ένταση του άλγους αυξάνει,δυναμώνει.Από κει που τις τσακίζει ο αέρας γέρνουν,κάποιες φαγωνονται και πέφτουν από το βάρος της θλίψης.
Ακούγονται εκκωφαντικοι
οι ναρκωμενοι ανθοκηποι
Ριζάρη 08:20
Η πόλη πενθεί στα ερείπια
Δεν ξέρει
Δέχεται απ'το δέρμα τα υπολείμματα
σαν άγγιγμα
Θα ξυπνήσουμε και θα ναι ανοιχτά όλα τα παράθυρα θα βλέπουμε
με λυγμούς τον Λυκαβηττό
αντιμέτωπιζοντας το δριμυτατο ύψος
με τελεσίδικη πτώση...
"αν δεν ήταν η κόρη μου θα έβαζα ένα τελος"
λέει ο Γιώργος
στο χέρι κάτω απ'τον αγκώνα μια ουλή το φάρμακο για τις ημικρανίες είναι το πιο ακριβό
Και οι ενέσεις κάθε μήνα
"Δεν έχω τίποτε"
βγάζει απ'την τσέπη λίγα κέρματα
"Να αυτά είναι όλα και όλα"
Έχω ένσημα μα είμαι ακόμη 62
Στάση Αγία Μαρίνα 12:12
-Είχα μαγαζί στη Φιλολαου
Έκλεισα το 14
Έβαλα υποθήκη το σπίτι και το 'χασα
Δεν ξέρω αν φαίνεται
Τρέμω ολόκληρος -
Πήγα να χαιρετήσω τον κόσμο.Μηχανη,γέφυρα, κουζίνα
Ο ήλιος πορτοκαλί μέσα σε σκόνη
Το πλοίο καλά
φορτωμένο,βαθιά τα σπλάχνα του χωμένα στα ύδατα
Sea wave περνά μπροστά από το immigration βάρκες ανοιχτές
18.02.24. 17:30
Από τον "ΠΛΟΗΓΟ"των ελληνικών ακτών,(Υδρογραφική υπηρεσία Β.Ν.-Εν ΑΘΗΝΑΙΣ 1946
Έρχεται κατά κύματα
μια κοσμικότητα
Είναι βαθειά
καλά κρυμμένη η πληγή
Παίρνω το μετρό για την εταιρεία
Λες και δυναμώνει ο ήχος
έρχεται από χαμένο τόπο
Όπου φυτεύτηκε η αναμονή σαν μπουμπούκι μαραίνεται
είναι χειμώνας;
Πήραμε το πλοίο
Ήταν καλά στην αρχή
Έπειτα ήρθαν δαίμονες και μας φιμωσαν
Αφήσαμε τον ντοκο
Ακούστηκαν οι εντολές του πιλότου
Τραβούσαν τα ρυμουλκά
Μας ξεκόλλησαν αργά αργά
από μια προηγούμενη ζωή
Τώρα,μας είπαν ,έχετε περισσοτερες ευκαιριες
μονάχα θεραπευμένοι
με κάποια παροδική αναισθησία
να πεθάνετε χωρίς πόνο
με ανθρωπινη φωνη μιλουσε
καταμεσις στρωμα κρεββατιου
εκει που αποκοιμιεται ή ξαγρυπνα ενα σωμα
σκουρα υπολείμματα υφασματος
γυρω απ'το σκουριασμένο πλεγμα
ενας γέροντας υποβασταζομενος απο ένστολους
τεμαχισμενη μνήμη στοιβαγμενη σε χαρτοκουτες
Περασα στο απεναντι πεζοδρομιο
χωρις ν αποφυγω την αποκρουστικη υγρή αποφορα απ'τα εντόσθια του εκκενωθεντος διαμερισματος
Σειρά υψηλών θάμνων με άσπρα άνθη
κρύβουν την θέα των φυλακών
σφοδρή επιδρομή θορύβου απ'τα διερχόμενα οχήματα
Δεν μας δικαιώνει η δικαιοσύνη μας
Θα ρθει η ώρα που μια κραυγή θα μας λαμπρύνει
η σαπιλα
αυτό το άσπρο,σκοτεινό τίποτα που βαριανασαινει τις νύχτες
αυτή η εξουδενωση
που απ'το ευτελές, περιβάλλεται ύπαρξη το κτηνωδες...
Περνούν μηχανές περιπολικά της αστυνομίας
Ετεροκρατουμαι
η τυραννία των παθών σαν σφίξιμο
διαμπερές
σφηνωμα στον παράλυτο λιπωμα του ύπνου
Σε κάθε πράξη πεζοδρομιου
πρέπει να ιερουργούμε
σαν τέκνα Θεού
Ώσπου
στο τελος η αθλιότητα μας να γίνει το σκέπασμα μας
Μια στενόμακρη σκοτεινή αίθουσα
Είπαν να περιμένουμε
Έγινε η εκδήλωση
μετά σήμαναν την λήξη
ένας ένας τραβώντας προς την έξοδο
τρομαγμένοι σχεδόν
βγήκαμε στο προαύλιο
Ύστερα σε ταξί
αμίλητοι
περάσαμε την λεωφόρο της πόλης
περιβεβλημένοι
ο καθένας την αισχύνη που του αναλογεί
(τα φώτα παραμορφωναν τις επιφάνειες,
τώρα που καλοκαιριαζει
οι ήχοι χτυπώντας πάνω στο γυμνό περίβλημα γίνονται αγριοτεροι )
αγριοτεροι και μεις
μπήκαμε στα σπίτια μας
Έπειτα ήχησαν οι σειρηνες και εγκατέλειψαν τον τόπο τους
αναζητώντας καλύτερη ζωή στα αστικά κέντρα
Έτσι είναι και ο τόπος μου
Η Άνδρος,η Βουρκωτη.Ολα τα χωριά ,τα μικρά και άλλοτε πολυβοα μελισσια.
Ίσως στο μέλλον κάποιο τουριστικό πρόγραμμα ή η επιστροφή κάποιων επιγόνων για εγκατασταση επαναφέρει την ζωή,όμως η παλιά εκείνη αίγλη πέρασε ανεπιστρεπτί.
Στην μνήμη αυτών των τόπων αφιερώνονται τα παρακάτω:
#1
Τραβούν οι σάρκες
η λάσπη πήζει
από ανέλπιστο ψύχος
-Ποια γεύση πικρή
ποιου θανάτου εύρος
θα μας κρατήσει;
-Του σκουληκιού η πέτσα τρίβεται στο χώμα
χίλια ποτάμια γάργαρα θα κυβερνησουν στις χαράδρες του ύπνου
Μένουν τα πόδια μας ξεφλουδισμενα στις φτέρνες
Κατάκοπα τ'αρνια στρίβουν το μονοπάτι πριν τα βρει η καταιγίδα
και τα καρβουνιασει στη μεγάλη σπηλιά
ο κεραυνός
-σημαίνει η καμπάνα,
ποιο θάνατο θα διαλέξουν οι ξένοι για μας;
το είδωλο στήνεται στη λάκα δίπλα απ'το καλντερίμι
οι παραθεριστες
ήπιαν νερό τρεχούμενο απ'τη σάπια βρύση
και έπιασαν ν ανεβαίνουν προς τον αμαξωτο
υπομονετικα περιμένουν οι γηγενείς
ακούγοντας τα φουρνελα να ξεθεμελιωνουν τα πανάρχαια βράχια.
Δημοσιεύτηκε στο https://www.enandro.gr/politismos/9345-%CE%BC%CE%BD%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%84%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%20.html
Ακολουθώ πάντα τον ίδιο φαύλο κύκλο
καταλήγοντας στην ίδια πλευρά της ανύπαρκτης δυσμορφίας του κακού
πάντα
Βάζω τέλος
Όχι.Θα πνιγούν μόνο τα πάθη,
θα βγω αλώβητος,
και πάλι.
Ξεκινώ να παρατηρώ την ζωή
Ο δρόμος σφύζει από κινήσεις ανθρώπων
Από κάποιο λάθος επιλέγω πάντα το λάθος
γλίτσα πάνω μου
κάνω έτσι
ένα νεύμα απέχθειας
Λέω με ξένα χείλη:
"ναι, ξέρω τι είμαι,ποιος είμαι
ένα τσακάλι που φυλάει καλά τη μοναξιά του
μα και που κάθε τόσο
τη διαλαλεί μέσα στην ερημιά." (ΑΙΤΙΕΣ ΘΑΝΑΤΟΥ,
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ)
Είναι μια σκληρή ώρα
Απάνθρωπα δέρνεται μέσ' το αφρισμα των νερών
Κάτι σαν απόγνωση στα βλέμματα
Δεν θα υπάρξει άλλη διέξοδος στο φως,
Έτσι λένε
Τους πιστεύω
αφού μάστιγα και θρήνο εκτοξεύουν
----------------------------
Άγιος Κωνσταντίνος
Μπαίνεις στην ορθόδοξια
Μπαίνεις στην έκθαμβη ειρήνη των σωμάτων
Στην απρόσμενη
στοργή του θανατου
Γράφει ο Γιώργος Χειμωνάς στο πεζογράφημα Ο αδελφός:
"Ψυχή είναι μίμηση σπουδαίου σώματος"
Προερχομαστε απ'την αγάπη
Αυτή την τραγικά μεγαλειώδη πράξη,
την αιώνια
που δείχνει το θεϊκό άγγιγμα ,που ξεκολλάει απ'το πνιγηρό σκότος κάθε υπαρξη και νοηματοδοτει κάθε απώλεια.
Ξεφεύγοντας από τα
γκέμια της φθοράς οι ψυχες
σφίγγονται, συντρίβονται
στον γκρεμό,αρπάζουν πεινασμένες κάθε κομμάτι παγωμένου χρονου που ξεκολλάει μαζί με τα σίδερα.
Τέτοια η υλικοτητα
του ανθρώπου .
Τέτοια η δύναμη της ζωης.
Η πραγματική περισυλλογή των σωμάτων θα γίνει
αργότερα ,
προσεκτικά χωρίς προσθήκη ρύπου ή φθοράς στα θησαυροφυλάκια της αγάπης,όταν θα έχουν πάψει οι ερπύστριες του πόνου,
και ο μάταιος συριγμός στις οθονες.
Είναι τρομακτικά αληθινό το πόσο λιγοστή είναι η ζωή μας, ή μάλλον δεν είναι ζωή,είναι ένας συρρικνωμένο τρομαγμένο παιδί που γέρνει ανεπανόρθωτα,που έχει ένα χέρι να του κλείνει το στόμα που δεν αναπνέει,
που γυρνάει στους δρόμους που δεν έχει σπίτι για έναν ήσυχο θάνατο και πρέπει διαρκώς να πεθαίνει σε μέρη βίαια. Λέω να κοιτάξω προς τα μέσα. Να νιώσω τη γενική κατάρρευση.
Κάποιος θάνατος
μέσα μου δουλεύει
διαρρέει
ποσότητα δηλητηρίου
σειρά γυμνών υλικών εκεί που σχίστηκε ο τοίχος
Μέσα από μπετόν
αντίστροφα ο χρόνος λειτουργεί
πια
Η διαδρομή
το φως
_ερχονται απροσκλητοι _
τυχαίοι διαβάτες
μέσ'τη σκόνη ,είναι πρόσωπα με χώμα πασπαλισμενα,
Όλο συνωστισμό
Η ύλη,τα σώματα σωζονται απ'την κατάρρευση ,
σκύβουν
και παραμορφώνονται
σμίγοντας
στη λάσπη,ετσι
χαιρετίζουν τον άλλον χρόνο
___________
Θέλω να γίνω και εγώ παγκόσμιος άνθρωπος
Μα με σουβλιζει
ως την βαθύτερη θαλασσα
το μαχαίρι
σε χείλος αβύσσου μ'έπιασε ήλιγγος
σκέφτηκα:
ας σβήσουμε και ας καούμε
στον τόπο του μαρτυρίου
αρκεί κουβέντα να μην βγεί
μην τα βροντήξει όλα
αυτός ο θηριώδης
εαυτός
Το πρόσωπό μου σαν πρόσωπο φαγωμένο απ'τον καιρό, σαν την ωραιότητα και την θλίψη ενός προσώπου. Αυτό είναι το πρόσωπό μου. Πετρέλευση...