Κρεμασμένος σε τούτη
τη βουβή χαράδρα την πελεκημένη απ’τους προαιώνιους βρυχηθμούς των πρώτων
ανθρώπων ισιώνω που και που του κορμιού την θανάσιμη αγκύλωση με τανύσματα της
φαντασίας μα η φοβερή ταλάντωση μπρος στον γκρεμό ματαιώνει τα νυχτερινά σχέδια
Εάν και χίλια έτη
,ύστερα δε τι;
Διαλέγω το άτι της
θυμηδίας
Στερεύω από
ανθρωπότητα ξεκολλώντας απ’τα θηριώδη βράχια καθώς σηκώνει ο ήλιος την παντιέρα
του φωτός
Κινάω και γω εργάτης
της σταγόνας να αναμασώ την υλώδη περίπτυξη του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου