Ποίηση εἶναι μια λέξη συνώνυμη με τη Δημιουργία.Ἀλλά ,γιατί
ἀπ’ὃλες τις τέχνες και τις ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου,ὁ ἒντεχνος λόγος ἒχει το προνόμιο
να λέγεται Ποίηση και ὁ λειτουργός της ποιητής;
Νομίζω ,πρόκειται για ἓναν
θεμελιώδη διαχωρισμό,ἀνάμεσα στην ἰδιότητα τοῦ ποιητῆ και σ’ὃλες τις ἂλλες ἀνθρώπινες
ἰδιότητες.Ἓναν διαχωρισμό πού ἀνταποκρίνεται στον διπλό τρόπο πού ἒχουμε την δυνατότητα
να βλέπουμε το ἀντικείμενο:
Το τερατῶδες τῆς ἐποχῆς μας
εἶναι γέννημα τῆς χρησιμοθηρικῆς μας ἀντίληψης τοῦ κόσμου,ταυτόσημης με το πνεύμα
τῆς ἐκμετάλλευσης.Καί,να,λοιπόν πού σε μιάν ἐποχή πέρα για πέρα
χρησιμοθηρική,ψυχρά ὠφελιμιστική κι ἀπάνθρωπη,οἱ νέοι ἂνθρωποι στον τόπο μας ,ἀρχίζουν
ν’ ἀποζητοῦν αύτό πού φαίνεται το λιγότερο χρήσιμο:Την Ποίηση και τον Ποιητή.Μέσα
σ’ ἓναν κόσμο οἰκοδομημένον πάνω στην ὑλική δύναμη,ὁ ποιητής σήμερα,μαθαίνει
ξαφνικά,ὃτι τόν χρειάζονται.Πού σημαίνει ὁτι ὁ νέος ἂνθρωπος θέλει να ξαναδεῖ τον
Κὀσμο ἀπό την ἀρχή με το καθαρό του βλέμμα,δηλαδή με το βλέμμα τοῦ ποιητῆ.
Ξαναμαθαίνοντας οἱ ἂνθρωποι
να κοιτάζουν τά πράγματα και ἀλλἠλους με τά μάτια τοῦ ποιητῆ,ἲσως τότε
μπορέσουν ν’ ἀποκαταστήσουν τον Κόσμο στην πρωταρχική του ὀμορφιά και ἱερότητα.
ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗ