Μισώ τους χορτασμένους.Αυτούς
με το επίσημο ένδυμα που λένε θέσφατα από καθέδρας.Που τις σκληρές εμπειρίες τις
έμαθαν απ’τα στόματα των άλλων.Αυτούς που λένε τα λόγια τα ηχηρά.Αλλά επιμελώς
τυλίγονται σε βαμβάκια για να μην τσακίσουν τις γωνίες τους,για να μην τους αγγίζουν
οι βρύσες της ζωής που δεν την έχουν ζήσει.Τους πρώην φίλους.Αυτούς που
κλείνουν τη θέα.Που πιστευουν στη σκοπιμότητα.Αυτούς που φωνάζουν τα εύκολα ζήτω.Αυτούς που δίνουν
τις ανέξοδες συμβουλές κι όλο μιλούν για ταπεινοφροσύνη.Αυτούς που σ’όλη μου την
ζωή σαρκάζανε τα είδωλα μου,κραυγάζοντας μου εκείνο το γνήσια ελληνικό «στην ψάθα
θα πεθάνεις».
Το άλλο μισό της ζωγραφικής
μου είναι η αγάπη.Σ’αυτούς που αδικούνται,που πεινούν,που δεν βρίσκουν
δικαιοσύνη,που τους εξαπατούν,τους αποκοιμίζουν,τους περιφρονούν,τους σκοτώνουν.Αγάπη
στα καθέκαστα του γύρω μας κόσμου.Θέλω να κάνω ένα μικρό κατάλογο απ’αυτά: Τα
νησιά,τη θάλασσα,τα χαλάσματα,οι έρημοι βράχοι,τα αίματα,τα σπίτια,τα αγάλματα,οι
σκουριές,οι γρηές,τα πουλιά,τα σπαθιά,οι κοπέλες,οι αμμουδιές,τα κάστρα,τα
όστρακα,τα ξερά κλαδιά,τα βιβλία,οι πνιγμένοι,οι τρελλοί,τα καράβια,οι σοβαρές
μορφές στις παλιές φωτογραφίες.
ΡΑΛΛΗΣ ΚΟΨΙΔΗΣ