Έφτασε αργά στον κήπο
κινδύνευσε κάθε στιγμή περνώντας
απ' την λελογισμένη φθορά
και την πρόωρη επίσχεση του χειμώνα
απλώνοντας το χέρι στην ροδιά
πού' χει τις άπειρες
στοιβαγμένες ζωές
μάζεψε λίγα φυλάγματα
απ'τα καταγής
και επέστρεψε στον καημό των αλόγων
είχε κρατήσει αυτό πού έλεγε ο δάσκαλος
"να ζούμε αποστολικά,σαν πλούσιοι πολύ
με τ' απλωμένα τσαμπιά
και την πρώιμη ανθοφορία
των αμυγδαλιών"
άνοιξε τον ντουρά
είχε πεινάσει
μα μόνο πριονίδια
έβγαλε
είχε όλο το βράδυ που
τ' αλυσοπρίονα
ηχούσαν.